Γνωστόν είναι εις
τους κατοίκους
της πόλεως των
Αθηνών
ως και στους εν
αυτή
τους
παρεπιδημούντες
ότι στο κέντρον
της και δη
εις την οδόν της
ονοματοδότριας Αθηνάς
μα και στους
πέριξ δρόμους
εις τις καθέτους
και τις παράλληλες οδούς
κι όλο τριγύρω
απλώνεται μία
απέραντη αγορά
όπου μπορεί να
βρει κανείς
ό, τι ποθεί τα
πάντα
από φαγώσιμα ως
αναλώσιμα
εις ένα
περιβάλλον εν τω οποίω συνωθούνται
άνθρωποι από
πολλές φυλές της γης
και από διάφορες
πατρίδες
κάθε κοινωνικής
τάξεως
φύλου και
ασχολίας
εργάτες, λαϊκοί,
αστοί
συνταξιούχοι,
μετανάστες
πόρνες θηλυκές κι
αρσενικές
ναρκομανείς και
τραβεστί
πλούσιοι
φιλοπερίεργοι, τουρίστες
πλανόδιοι
μουσικοί, καλλιτέχνες και χαμίνια
μικροαπατεώνες,
άστεγοι, αστυνομικοί
θρησκόληπτοι,
σαλοί, αλκοολικοί
ανάμεσα σε υπαίθριες
και στεγασμένες αγορές
φθηνά ή και πιο
καλά ξενοδοχεία
δεκάδες καφενεία,
εστιατόρια, μπαρ
και πάνω απ΄όλα
πολλές εκατοντάδες καταστήματα
που ορισμένα εξ'
αυτών καταμετρούν υπερηφάνως
ζωή πολλών
δεκαετιών
ένας τόπος που
ερεθίζει ποικιλότροπα
κάθε μίαν αίσθησιν
και σε γεμίζει
ζωηράς με εντυπώσεις
που σφύζει καθ'
εκάστην με ζωή και κίνηση
και ιδίως πλέον
κατά τα πρωινά Σαββάτου
που αποτελεί
Παράδεισον κ' ιδανικόν προορισμόν
δι όσους ψάχνουν
ν' αγοράσουν
εργαλεία,
εξαρτήματα, υλικά
κι όποιας λογής μικρολοΐδια
προς τον σκοπόν
κατασκευών, επισκευών
μερεμετιών και
χειροτεχνημάτων
ίσως δε και
διακοσμητικών τεχνών
και των τοιαύτων
δράσεων
διότι μάλλον
αδύνατον εστί
μη βρει κανείς
αυτό οπού ψάχνει
τι υπάρχουνε
εμπορικά ειδικευόμενα
σε πάσαν πλήρως
λεπτομέρειαν
και επιπλέον
πωλούν της λιανικής, μικροποσότητες
δίχως να σε
υποχρεώνουν μαζικώς
να αγοράζεις
ομαδόν συκευασίες
είναι τοσούτη
βλέπεις και πολλή η κατανάλωση
που πάλι κέρδος
μένει
μηνιαίως μια φορά
περίπου ευρίσκομαι εκεί
έχων έναν μικρόν
κατάλογον
διαφόρων
ψιλοαγαθών δευτερευόντων
μα ίσως πιότερο
διότι μ'αρέσει
αυτή η βόλτα να
το κάνω
έτσι και τις
προάλλες πήγα πάλι
κι έφθασα ψάχνων
ένα αντικείμενο
να το αναζητώ εν
τέλει ώραν μεσημβρινήν
ολίγον προ της
παύσης ωραρίου
ρωτώντας, απ' το
εν κατάστημα
εις στο άλλον με
παρέπεμπαν
ώσπου στο στόχον
μου έφθασα επιτέλους
εντός στενού κι
αδιέξοδου δρομίσκου και εμβήκα
μετά της θύρας
ίστατο κύριος γηραιός
με γελαστός και
καλοζωισμένος
απλά ντυμένος
αλλ' επρόσεξα
με όχι φθηνόν το
ρουχισμόν
το υποκάμισον, το
πανταλόνι τζιν
τη δερματίνην
ζώνην, τα καλά υποδήματα
το ωρολόγιο της
χειρός ως και τα ματογυάλια
με καλωσόρισε κι
ηρώτησε τί ήθελα
και όταν τού 'πα μου
απάντησε - "Βεβαίως,
περάστε εις το
βάθος και ρωτήστε τα παιδιά"
ειν' ο ιδιοκτήτης
εσυμπέρανα
και επροχώρησα
στα ενδότερα
περνώντας από σημείον χώρου υπερυψωμένου
όπου και όπισθεν
γραφείων βρίσκονταν
δυο κύριοι
σοβαροί πολύ και έχοντες
έμπροσθεν
υπολογιστάς και μηχανάς ταμειακάς
και όπισθεν ράφια
ασφυκτικά
έμφορτα με κλασέρ
και διάφορα λογιστικά βιβλία
"Αυτή είναι
η Διεύθυνση" τη γνώμην εσχημάτισα
και ύστερα
αντίκρυσα ένα ζωγραφικόν πορτραίτο
σε περίοπτην τη
θέση ανηρτημένον
το οποίον
επικύρωνε σαφώς
αυτό που
προηγουμένως είχα εννοήσει
καθώς τον κύριον
της θυρός αναπαρίστανε
ή ίσως τον
καθόμοιον πατέραν του
ή κάποιον πιο
παλαιόν τον πρόγονον του
τον ιδρυτήν
ενδεχομένως
ετούτης της
ανθούσας επιχείρησης
που επί γενεάς η
οικογένεια εκρατούσε
και περαιτέρω
προς τα μέσα εσυνέχισα
και εσυνάντησα
τον πάγκον
και πίσω του ήταν
"τα παιδιά"
που τους πελάτας
εξυπηρετούσαν
και ομιλούσαν στα
τηλέφωνα
που δαιμονιοδώς
όλην την ώραν εχτυπούσαν
"Ε, ρε άμα νά
'ταν έτσι τα παιδιά" εσυλλογίστηκα...
δυο άνδρες ήσαν,
λίγο έως πολύ στην ηλικίαν μου
γκρίζα έχοντες
μαλλιά και γένεια
ήρθ' η σειρά μου μετ' ολίγον
κι είπα τί γύρευα
με τακτοποίησαν -
δε λέγω - με ευγένεια
και άκραν
επαγγελματικήν ευσυνειδησίαν
αλλά μαζί και με
κομμάτι αγανάκτηση
ότι ίσως κάτι
τόσο ασήμαντον εζήτησα
κι έκανα κι από
πάνω πλήθος ερωτήσεις
πήγα να νευριάσω
μα εστάθηκα
κι εντός μου
αναφώνησα
"30 πάνω
κάτω έτη μεροκάματο
σε τούτη δω τη
σκοτεινή την τρύπα
τα ίδια και τα
ίδια κάθε μέρα που περνά
και βάλε ένα σωρό
ιδιότροποι πελάτες
τίμια δουλειά -
μην πεις -
και όπως όλες,
χρήσιμη δια το είδος της
μα πού και να το
κάνεις
τη σώνει την
υπομονή
και μάλλον
σίγουρα τα νεύρα δοκιμάζει"
και τότε
αντιλήφθηκα, κάπου στο πλάι
έναν άλλον πάγκο
και πίσω απ' αυτόν
έναν άλλον κύριο,
αρκούντως μεγαλύτερον
με πάλευκα μαλλιά
που όμως προφανώς
τα ίδια ταπεινά
καθήκοντα
κι αυτός
επιτελούσε
"Ω Θε μου,
τούτος θά ΄ναι
κοντά 50 χρόνια
εργαζόμενος"
μου ήρθε η ιδέα
ήτο πάντως γελαστός
και ευπροσήγορος
κι είχε τον
τρόπον μάλιστα
μες σε μικρά κενά
του χρόνου
που να χειρίζεται
ήξερε
να κάνει χωρατά
και να πειράζει αγαθοπροαίρετα
τους άλλους δυο τους
νέους - α χα! ... "νέους!" - συναδέλφους του
το τέλος πάντων
πήρα κείνο πού 'θελα
κι επήγα δια τα
σχετικά εις το ταμείον
τα εκεί στελέχη
βλοσυρά, αγέλαστα
και ολωσδιόλου
τυπικά
μου κόψαν την
απόδειξιν και εναπόθεσαν
το πενιχρόν
αναλογούν αντίτιμον
εντός της κάσσας
του ταμείου
βγήκα την ώρα που
ο ιδιοκτήτης- πάντοτε γελαστός -
κατέβαζε να
κλείσει τα ρολλά
και με χαιρέτησε
ευχόμενος
δε εν καλόν
απόγευμα
κι ότι
"Αντίο, ευχαριστούμεν"
εις τον δρόμο
κατόπιν περπατών
δε μπόρεσα να μη
σκεφθώ
τις κατ' εμέ
ολοφάνερες
κι ευθείες αναλογίες
τις ομοιότητες με
άλλα λόγια
που προ ολίγου
εσυνάντησα εκεί
ως προς
συγκεκριμένα τη δομήν και την ιεραρχίαν
με αυτάς της
ιδικής μου εργασίας
τί και εάν
πρόκειται για κολοσσιαία εταιρία πολυεθνική
ίδια τα πράγματα
είναι εις την ουσίαν
η Διοίκηση, το
επιτελείο Διευθυντών
και οι απλοί
εργαζόμενοι υπάλληλοι - χα! "τα παιδιά"
κι ανάμεσα τους
και εγώ
κοντά ένα τέταρτο
του αιώνα όντας
εις αυτήν την
ίδια υπηρεσία
α, σίγουρα ναι
ήμην κι εγώ
ένα γκριζόμαλλο
παιδί
κι αν βιολογικώς
την πορεία μου εσυνέχιζα
κι άμα δεν άλλαζα
- ναι, καλά, τώρα; - τη δουλειά
θα εξελισσόμουν εις ένα απ' αυτά τα σπάνια
πλάσματα
όπου και μ' άσπρα
τα μαλλιά
"παιδιά"
ακόμα παραμένουν.