Τικ τακ, τικ τακ, ακούς;
τί νά ‘ναι αυτός
ο χτύπος ρυθμικός σαν το ρολόι;
τί νά ‘ναι αυτός
ο χτύπος ρυθμικός σαν το ρολόι;
Ίσως τα δάχτυλα απάνω στο
τραπέζι
όπου κρούουν νευρικά
κάποιου που η αγωνία τον τρώει;
όπου κρούουν νευρικά
κάποιου που η αγωνία τον τρώει;
Μήπως ενός καημένου η
καρδιά
όπου ανοίγει τρέμοντας
τον φάκελλο που πήρε από την Δ.Ο.Υ.;
όπου ανοίγει τρέμοντας
τον φάκελλο που πήρε από την Δ.Ο.Υ.;
Οι οργισμένες πάνω στην
πόρτα οι γροθιές
του εξαπατημένου με τον συναλλασσόμενο
που άλλα του έλεγε και άλλα εννόει;
του εξαπατημένου με τον συναλλασσόμενο
που άλλα του έλεγε και άλλα εννόει;
Με τον χάρακα χτυπήματα
στην έδρα
δάσκαλου αγανακτισμένου με το μαθητή
που μπέρδεψε Ανόι και Οινόη;
δάσκαλου αγανακτισμένου με το μαθητή
που μπέρδεψε Ανόι και Οινόη;
Ή από σεβάσμιο κύριο,
γηραιό
όπου τονίζει με τη βακτηρία στο πάτωμα
όσα λέει για το τρανό του σόι;
όπου τονίζει με τη βακτηρία στο πάτωμα
όσα λέει για το τρανό του σόι;
Λες το μηχανικό ταξίμετρο
όπου μετρά λεπτομερώς
το κόστος για το αγώι;
όπου μετρά λεπτομερώς
το κόστος για το αγώι;
Σάμπως του τακουνιού της
πάνω στα πλακάκια
έξω φρενών και έξαλλη η δεσποινίς
μ’ εκείνον που τη γέλασε το γόη;
έξω φρενών και έξαλλη η δεσποινίς
μ’ εκείνον που τη γέλασε το γόη;
Κι ακόμα…
Άσε μη μπαίνεις στον κόπο
άλλο
σταμάτα να εικάζεις
είναι πιο απλό
σταμάτα να εικάζεις
είναι πιο απλό
Βλέπεις εκεί στον καφενέ,
κάτου από τη μουριά
όπου πίνει τον καφέ του απολαυστικά και μία μία πέφτουνε αργά
οι χάντρες απ’ το…
όπου πίνει τον καφέ του απολαυστικά και μία μία πέφτουνε αργά
οι χάντρες απ’ το…