Η μέρα ήταν
σκοτεινή
σαν ψυχή
δικηγόρου*
ύπουλη υπόσχεση
κι απατηλή
σαν προσφορά του
Εωσφόρου
κοφτή ανάσα,
ρυθμική
έμπειρου
πεζοπόρου
και φως σβησμένο,
μελαγχολικό
ύστερου
Φθινοπώρου
γλυπτό αριστούργημα,
κλεμμένο
τμήμα της
ζωοφόρου
ακρογιαλιές πριν
και μετά το Γαλατά
κι απέναντι τ'
ωραίο νησί του Πόρου
αίσθηση οικείου
και ξένου όμως μαζί
'κει στα στενά
του ιστορικού Βοσπόρου
πότης
ακαταλόγιστος
χωρίς αίσθημα
κόρου
συμβολική στιγμή
και ιερή αποκοπής
του ομφαλίου
λώρου
τρύπες στα ρούχα εργένη
απρόσεχτου
από επιθέσεις
σκώρου
τ' άστρα ορών
τσαλαβουτά
στα λύματα
βορβόρου
τί κομψή εικόνα
το σκαρί
λευκού ιστιοφόρου
χαρά δίνει η
παραλαβή
του εκλεκτού του
δώρου
ντρίπλα και σουτ
στο γάμα γκολ
ταλέντου μπαλλαδόρου
δόξα της μπάλλας
πράσινη
ομάς της Λεωφόρου
στα μάτια βάλσαμο
η ξηρά
πλέοντος δια μακρόν
θαλασσοπόρου
δόρυ και
φωτοστέφανο
Αγίου
τροπαιοφόρου
άνθρωποι
πονεμένοι στην οδό της προσφυγιάς
σ' απόγνωση
διασχίζουνε τη γραμμή του συνόρου.
* Σημ.: Από τη σελίδα 384 της ελληνικής έκδοσης
του μυθιστορήματος "Cold Granite" - "Ψυχρός
Γρανίτης", του Σκώτου συγγραφέα Stuart Mac Bride,
σε μετάφραση Αγορίτσας Μπακοδήμου, Εκδόσεις "Ελληνικά Γράμματα",
Αθήνα 2018.