Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Δε ντρινκ

(ιν  Ίνγκλις)

Δε ντρινκ ρανς λάικ ινκ
έβρυθινγκζ’ κόβερντ
μπλακ ιζ δε κόλορ, νοτ πινκ
ιν ιτ Άι σινκ
σουν ωλλ γουίλ μπη μπλακ
σήη, φάιναλλυ δατ’σ
γουώτ νταζ δε ντρινκ. 

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Εμπρός στο δρόμο που χάραξε ο Λύο..... (293)


...Καλοβυρνάς, με το υπέροχο "Πλαθολόγιο Λέξεων" των εκδόσεων Intro Books (ISBN:960-6680-12-6) αλλά και τη νέα "απουστειρωμένη" έκδοση του Πλαθολογίου (εκδόσεις IntroBooks 2008, ISBN: 978-960-6680-48-9). Ας προσπαθήσουμε (έστω και ως ανάξιοι μιμητές) να καταγράψουμε ορισμένα ακόμα λήμματα



Πείστης, ο: είναι ο άνθρωπος με πολύ άνω του μέσου όρου ικανότητα πειθούς, π.χ. «Τον πείστη, α! τον πείστη...», «Με ποιόν τά ‘χεις μωρέ;», «Με τον πωλητή στο κατάστημα ειδών ανδρικής ένδυσης», «Και γιατί τον βρίζεις;», «Γιατί μ’ έκανε και πήρα αυτό το κοστούμι όταν του είπα ότι στη φετινή εκδήλωση της εταιρίας θέλω να κάνω μία εμφάνιση ξεχωριστή», «Α, και τί κοστούμι σου πρότεινε;», «Ένα ροζ», «Ε, και το πήρες;», «Ναι», «Ρε τον πείστη...».


Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Φέρτε μου κάτι κοφτερό


Κοιμάμαι αργά και ξυπνάω νωρίς
ύπνο δεν έχω καθόλου
όλο όνειρα απαίσια βλέπω και σύννεφα μάβρα
καλύπτουν το εύρος του θόλου

Πρέπει μάλλον να κόψω
φτάνει πια, πόσο;
το τόσο πολύ το πιοτό
πρέπει επίσης να κόψω
το βράδυ αργά και βαρύ φαγητό
να κόψω πρέπει ακόμα
το σέρτικο που όλο ροφάω καπνό
στο διαδίκτυο να διαβάζω ειδήσεις
φριχτές πρέπει να κόψω
σχόλια όλο κακία
καυγάδες άρρωστους
και τσακωμούς στα φόρα
κοινωνικής μέσα δικτύωσης
μια τρέλλα καθημερινής εξαχρείωσης
το ανεξέλεγκτο σίγουρα
πορνό πρέπει να κόψω
την ηρεμία, την ισορροπία
τον ύπνο μου να βρω (αν τα κόψω)
όλα μαζί με μια κίνηση απόφασης
μ’ ένα καίριο χτύπημα
σαν ευθύβολο τόξο

Αναμφίβολα δύσκολο εγχείρημα
με αποτελέσματα αβέβαια
ίσως...πιο εύκολο και σίγουρο είναι
κάτι άλλο... κάτι άλλο να κόψω.

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Θεληματάρης στα Εξάρχεια


12/9/’015 – Νέα Στύρα, Εύβοια

Χρόνια και χρόνια, χρόνια πολλά
ζει εδώ στη γειτονιά
που ζω κι εγώ από πάντα
ο άνθρωπος αυτός
ομήλικοι πρέπει είμαστε περίπου
τον βλέπω τακτικά
όλο κάτι χαχόλικα φορά
φθαρμένα ρούχα
όλο κάτι φαρδιά παπούτσια
κάποτε ήταν κι αυτός μελαχρινός
τώρα έχει κι αυτός ασπρίσει
αξύριστος συχνά κυκλοφορεί
όλους τους ξέρει και τους χαιρετά
τους μαγαζάτορες, τους καφετζήδες
τον περιπτερά, τους αστυνομικούς στο τμήμα
τους ιερείς του Αγίου Νικολάου
τη βγάζει με θελήματα
πότε να ξεφορτώνει τον βλέπω το χαρτί
σ’ ένα από τα πολλές τυπογραφεία τις δεκάδες
πότε χαρτοκιβώτια με πλακάκια
πότε τίποτα μπύρες στα κασόνια
ή βάζει ένα χεράκι σε κάποια μετακόμιση
ή ότι άλλο μικροθέλημα
και κάθε χαμαλίκι
δεν ξέρω πώς τη βγάζει από φαγητό
ή στέγη αν έχει κάπου
θυμάμαι πάντως μια φορά πρωί
ένα καλοκαίρι που είχα πάει
στο λόφο για περίπατο
και νά ‘σου σε μια πλαγιά να ξεπροβάλλει
μέσα από κάτι πρόχειρα στρωσίδια
από κάτι σληπινγκμπάγκ
και να τεντώνεται και να χασμάται
ατενίζοντας με έντονο ενδιαφέρον
απέναντι τις πολυκατοικίες
άστεγος νά ‘ναι λες;
να βρίσκει καταφύγιο σε κάποιο απ’ τα πολλά
τα άδεια, τα παλιά τα σπίτια;
πάντως και αν φτωχοπερνά
κακόκεφο ποτέ ή δύσθυμο τον είδα
και βέβαια ούτε κατά διάννοια αγχωμένο
όλο πάντα ζωντανός, κινητικός
και ομιλητικός ιδιαίτερα
με μια φωνή χαρακτηριστική
και ένα ψεύδισμα ελαφρό να ξεχωρίζει
στην άκρη της γλώσσας του έχει πάντα ένα πείραγμα
ή κάποιο χωρατό που μ’ ευκαιρία πρώτη ξεστομίζει
…με άλλα λόγια ένας άνθρωπος
που ζει την κάθε μέρα
την κάθε μία την στιγμή
χωρίς σκοτούρες για το χτες
και έγνοιες για το αύριο
χωρίς ο φόβος κι οι ενοχές κάθε λεπτό
ποιός από πούθε να τρυπώνουνε ξέρει και κυριαρχούνε
αυτό το τόσο στοιχειώδες δηλαδή
κι απλό το μυστικό
που λίγοι στην εποχή μας μοναχά
φαίνεται να κατέχουν 
ενώ οι περισσότεροι παλεύουν μάταια
κι ακόμα καταφεύγουν στη βοήθεια ειδικών
μήπως το κατακτήσουν…
αυτά σκεφτόμουν σήμερα, πρωί
πριν φύγω για μία μικρή
διήμερη εκδρομή απ’ την Αθήνα
καθώς τον είδα άλλη μια φορά
σε ένα φορτηγό μικρό
με νεύρο να γεμίζει την καρότσα
βοηθάει είπα η κίνηση η εμπορική
πρωί Σαββάτου να βρεθεί ένα μεροκάματο
βοηθάει ίσως και η λαϊκή
πού ‘χει η Καλλιδρομίου
σκεφτόμουνα εμένα, σκεφτόμουνα αυτόν
τόσα χρόνια τον γνωρίζω
«βίοι παράλληλοι» σκεφτόμουνα
μονάχα που δεν ήξερα
ποιανού είναι πιο καλός ο βίος.


Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Οι φωνούλες


29/8/’015 – πλησίον χωρίου Αγ. Νικόλαος, χερσόνησσος Μεθάνων

Μικρές φωνούλες μου διαφεύγουν συνεχώς
σε τυχαίους χρόνους ακουσίως εκστομίζονται
(μα πρέπει να παραδεχτώ πως η συχνότητα αυξάνει)
διάφορες ώρες της ημέρας
η ορισμένως και της νυκτός
κυρίως κατά μόνας ευτυχώς
(μα και εν μέσω πλήθους, όλο και πιο συχνά συμβαίνει)
είναι οι φωνούλες σα μικρές πολεμικές κραυγές
σαν θραύσματα από άριες
σαν τμήμα στίχου τραγουδιού οπερέττας
σαν πόνου κάπως οιμωγή
σαν μίνι ουρλιαχτό
σαν μωρού κλάψιμο άναρθρο
στροφής κομμάτι τόσο δα από ένα μοιρολόι
πηγαίες φωνούλες, τί είναι ξέρω καλά
κι ούτε απορώ, ούτε ανησυχώ καθόλου
είναι, έχω καταλάβει από καιρό
σαν μια – που λέμε εμείς (τρομάρα μου) οι μηχανικοί –
βαλβίδα ανακούφισης, μία μορφή εκτόνωσης
για τις κάθε λογής εσώτερες πιέσεις

ισορροπία βρίσκει ο καθείς όπως μπορεί
εμένα μού ‘τυχε με τούτες τις φωνούλες...
απλώς... έχω το νου μου, μήπως κάποιος καλοθελητής
ένας συνάδελφος ας πούμε
κάποια κυρία από τη γειτονιά
φίλος μπορεί ή συγγενής, ποιός ξέρει
μην τύχει από ενδιαφέρον άδολο κι αγνό
στείλει, για το καλό μου, το γνωστό απόσπασμα
ανδρών που με ογκώδη σώματα, λευκές στολές
και σαν παιδιού λεπτές και απαλές  τις ομιλίες
ευγενικά πολύ με πάρουν αγκαλιά
κι αρχίσουν να μου εξηγούν
ότι θα βρω ένα μικρό παράδεισο
μιαν ήσυχη γαλήνη
και μιαν χωρίς φωνούλες ήρεμη ζωή
κει που με πάνε.



Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Τέλος εποχής


Τελειώνει πια μου φαίνεται
αυτή η εποχή της τρυφηλότητας
η μέρα έχει μικρύνει αισθητά
το βράδυ κάνει κάπως ψύχρα
και ένα κατιτίς το θέλεις
απάνω σου να ρίξεις
οι για λίγο άδειες πόλεις
έχουν γεμίσει πάλι ασφυκτικά
κι έχουν αδειάσει τα χωριά, τα θέρετρα
έχουνε μείνει οι λιγοστοί, οι μόνιμοι
και τέρμα πια τα εναλλασσόμενα τα δίπολα
βούτηγμα – άπλωμα, βρέξιμο – στέγνωμα
και τέλος η ενδυμασία μόνο βερμούδα και σανδάλια
ή και υποδήματα χωρίς καθόλου
και πάνε τα ουζάκια πριν το μεσημεριανό
και τα τζιν τόνικ σούρουπο
κι οι παγωμένες μπύρες
όλες σχεδόν τις ώρες της ημέρας

τώρα θα έχει κρύο και σκοτάδι
τώρα θά έχει νύχτα κι εργασία
νύχτα θα φεύγεις για δουλειά
και νύχτα πάλι θα γυρίζεις
και θα περνά η βδομάδα
σα νά ΄ναι μια στιγμή
και τα Σαββατοκύριακα
κυλάνε σα νεράκι
τώρα θα έχει κούραση
και ένταση και άγχος
και θέλει οργάνωση
και θέλει αγώνα

έλα Χειμώνα.





Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Υπαίθρια, χαμηλή, εφήμερη


28/8/’015 – πλησίον χωρίου Αγ. Νικόλαος, χερσόνησσος Μεθάνων

Έκθεση υπαίθρια
μικρά έργα τέχνης διάφορα
συνθέσεις αρχιτεκτονικές
οικίες περίτεχνες
ναοί, κάστρα και πύργοι
κι ακόμα αναπαραστάσεις
της φύσης μορφωμάτων
όρη, ηφαίστεια, σπήλαια,
φαράγγια ποταμών, κοιλάδες
ίσως εξάλλου και ολόκληρα χωριά
κι ακόμα γλυπτά κάθε λογής
γυμνές καλίγραμμες γυναίκες
μυώδεις αθλητές, όντα του μύθου
ήρωες, γοργόνες, σπαθοφόροι πολεμιστές
κι αφηρημένα σχήματα κι επίσης
προϊόντα τεχνικής μικτής
μαζί με ξύλα, πέτρες, βότσαλα
και βέβαια βασικό υλικό
το γύρω άφθονο παντού
συχνά όλα τούτα συνοδεύονται
από σκαλίσματα, γραφές...

μικρά έργα τέχνης διάφορα
έκθεση υπαίθρια και εφήμερη
κάτω εκτείνεται, στο έδαφος
και για να δεις πρέπει να βλέπεις χάμω

το καλοκαίρι, στις ακρογιαλιές, στην άμμο.

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Όπως ακριβώς


(23/8/’015, λιμάνι – Μέθανα και 24/8/΄015, όρος Ταΰγετος, πλησίον Ιεράς Μονής Γόλας – Λακωνία)

Τα τεφτέρια μου βρέχονται
σβήνονται τα γράμματα
στην άκρη και χάνονται
τα μουσκεύει η βροχή
ξεχασμένα στην τσέπη
ριγμένα προχείρως στο σακκίδιο
στην νεροποντή
ή στην τσάντα του μπάνιου
το καλοκαίρι
κι από πάνω να πέφτει
η βρεγμένη πετσέτα
σκεβρώνουν τα εξώφυλλα
οι γωνίες διπλώνουν
σαν στεγνώσουν μετά
κυμματιστό είναι το χαρτί
μα έχει σχεδόν χαθεί η αυτοσχέδια
χειρόγραφη στις άκρες η σελιδαρίθμηση
κι όμοια μουτζουρωμένες και θολές
αδιάβαστες σχεδόν
είναι ολόκληρες γραμμές
στίχοι από ποιήματα
φράσεις από ιστορίες
ή από καταγγραφές ιδεών
συνόψεων και άλλων σημειώσεων
για «έργα» μελλοντικά – τί κρίμα!...

κι έτσι τα κουβαλάω πια
τα ταλαιπωρημένα τα τεφτέρια μου
μα δεν τ΄αφήνω
συνεχίζω με τα ίδια
μέχρι κάποιο να τελειώσει
και να πιάσω ένα καινούριο
όπου μάλλον ούτε αυτό θα το προσέξω
και πάλι κάπου θα βραχεί
και θα συμβούν τα ίδια
κι όμοια θα ταλαιπωρηθεί

δεν είναι τα τεφτέρια μου
τακτικά, καθαρά και φροντισμένα
προσεγμένα και νοικοκυρευτά

όπως εξάλλου ακριβώς έτσι είναι
και τα περιεχόμενα γραφτά.





Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

Τα ξένα σαπούνια


18&28/8/’015, Λυγουριό Αργολίδος, χωρίον Κουνουπίτσα – χερσόνησσος Μεθάνων, λιμάνι πόλης Μεθάνων

Τα ξένα σαπούνια
ωραία που είναι
και όμορφα τόσο
πώς μυρίζουνε πώς
με αρώματα ιδιαίτερα
και τέτοια που θά ‘θελες
μάλλον ποτέ
μα ποτέ μοναχός
καρύδα γλυκειά
φρούτα του δάσους
χυμοί αχιβάδας
πεύκου βελόνες
καρπός δέντρου αγνώστου
εξωτικός
φιλοξενούμενος είτε
απλός επισκέπτης
στο ξένο το μπάνιο
τα σαπούνια μυρίζεις
σαν εκστατικός
στα χέρια ύστερα
στο σώμα τ΄απλώνεις
κι αρχίζει να γίνεται
να γίνεται αφρός
μυρωδιές σε τυλίγουν
τα ρουθούνια ανοίγουν
και τον καθρέφτη
θολώνει ο ατμός
οι πόροι του δέρματος
ανοίγουν και δέχονται
τις νέες και πόσο
θελκτικές τις οσμές
που σε κάνουν και λες:
«θα πάρω κι εγώ,
θα πάρω κι εγώ!»
μα σαν θα πας πάλι
στις αγορές
ποτέ δεν το κάνεις
δεν σου πάει το χέρι
τα ίδια πάλι θα πάρεις
τα ίδια που παίρνεις
απ’ την αρχή του καιρού
το ίδιο σαπούνι
το ίδιο αφρόλουτρο
το ίδιο σαμπού
κι αδημονείς
πότε θά ‘ρθει η ώρα
της άλλης φοράς
που σ’ άλλο σπίτι θα πας
και θα χτυπάς το κουδούνι
και λίγο μετά θα ζητάς
«παρακαλώ πού είν’ το μπάνιο»
όπου θα υπάρχει ασφαλώς
συναρπαστικό κάποιο νέο σαπούνι.

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Γλάρος στικτός


23/8/’015 – λιμάνι Μέθανα και 25/8/’015 – Μονεμβάσια, Λακωνία

Γλάρος στικτός
δεν είν’ σαν τους άλλους
αλλιώτικης ράτσας
δεν είναι λευκός
σταχτής σχεδόν
μα πετά όπως όλοι
στον αέρα πλανάρει
πιλότος καλός
από ψηλά εντοπίζει τα ψάρια
βουτά αιφνιδίως
το στόχο του βρίσκει
ο αλιεύς ο αρπακτικός
στο κοπάδι με τους άλλους συχνά
δε συναγελάζεται
είναι ξεχωριστός

έχει τόσο εξυμνηθεί
η ομορφιά αυτού του πτηνού
που όμως χάνεται κάπως
από κοντά άμα τον βλέπεις
καθώς είναι άγρια
η όψη του αρκετά
(είπαμε αρπακτικός)
μα από μακριά
είναι πράγματι υπέροχος
ιδίως σε μια χώρα όπως η Ελλάδα
πόση αρμονία στη λευκότητα του γλάρου
έτσι όπως σε αντίθεση έρχεται
με το γαλάζιο της θάλασσας
με το μπλε του ουρανού
και πάλι όπως σμίγει
με τον αφρό του κύματος
με του συννέφου τον ατμό
εικόνα τόσο τέλεια
που δύσκολο κανείς να βρει

μα όχι τούτος δω
όπως έχει κάτσει πάνω στο νερό
και μοιάζει σα μια μάβρη
πλαστική σακκούλα σκουπιδιών παλιά
πού ‘χει απ’ τον ήλιο ξεθωριάσει
και έχει γίνει γκρι.

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Χλαμύδα


Παράφραση Χ.Δ.Τ. του ποιήματος «Αρμίδα» (1947) του Νίκου Καββαδία (1910 – 1975),  30/7 και 7/8/’015, Άγιος Θωμάς – Μαρούσι, Αθήνα και 20/8/’015, χωρίον Κουνουπίτσα – χερσόνησσος Μεθάνων

Το νέο νυφικό του μαιτρ Ντίμη
είναι απόχρωσης χρυσής
στο γάμο θα το δείτε και εσείς
και θα πείτε «την αξίζει τόση φήμη»

Τα έχει όλα από καιρό σχεδιάσει
σε κήπο με συντριβάνι και νερά
όποιος πάει, πάντως σοβαρά
απέραντα πολύ θα διασκεδάσει

Ο γαμβρός ειν’ άνδρας κραταιός
επιβλητικός και ρωμαλέος
δε θα έλεγες ακριβώς ωραίος
άγριος κάπως και πολύ αρρενωπός

Κι αξέχαστη της νύφης η ομορφιά
θα χαραχτεί ανεξίτηλα της μνήμης
το μπούστο, τα λευκά χέρια, τα μεριά
ο ίδιος νύφη είναι ο μαιτρ Ντίμης

Μόδιστρος της ωτ κωτύρ σπουδαίος και τρανός
διάσημος για εστέτ δημιουργίες
τα βράδυα νυχτοπεριπατητής δεινός
στις κακόφημες τις συνοικίες

Μετά από εκατοντάδες εραστές
είπε πλέον να κατασταλάξει
σα σκάφος μακρυά από απόκρυμνες ακτές
σε ήσυχο λιμανάκι να αράξει

Και βρήκε τον Μουχτάρ τον πορθητή
κουρσάρο αιμοδιψή – σφαγέα με τη βούλα
κι είπε να νοικοκυρευτεί
νυμφίος ο Μουχτάρ κι αυτός νυφούλα.