Όταν ο πρίγκηπας πήρε την αγαπημένη του Χιονάτη και την πήγε στην μακρινή του χώρα, για να την κάνει γυναίκα του, οι 7 νάνοι έμειναν μόνοι. Συνέχισαν βέβαια να πηγαίνουν κάθε μέρα στο ορυχείο και να βγάζουν διαμάντια, όμως η αλήθεια είναι ότι σκυλοβαριόντουσαν. Αποφάσισαν λοιπόν να μάθουν να παίζουν μουσική. Πήγαν και αγόρασαν διάφορα όργανα: κιθάρες, λαούτα, τρομπέτες, σάλπιγγες, φλάουτα, βιολιά, τύμπανα κ.λ.π. και άρχισαν κάθε απόγευμα μετά τη δουλειά, να κάνουν πρόβες στο σπίτι τους, στο δάσος.
Λένε, πως όταν οι νάνοι έκαναν πρόβες, τα ζώα του δάσους (ελάφια, νυφίτσες, σκίουροι, τα πουλιά, ακόμα κι οι κάμπιες), έφευγαν τρομαγμένα. Επίσης λένε μερικοί, που όμως μάλλον υπερβάλλουν και η φαντασία τους τρέχει, πως και τα δέντρα ακόμα και τα λουλούδια και η χλόη γύρω απ' το σπίτι, σταμάτησαν ν' αναπτύσσονται τόσο γρήγορα όσο πριν. Ήθελαν να πουν μ' όλα αυτά πως οι νάνοι ήταν στην αρχή πολύ κακοί μουσικοί. Οι ίδιοι πάντως που έλεγαν τα παραπάνω, παραδέχονταν μετά από μερικούς μήνες ότι η ορχήστρα των 7 νάνων είχε κάνει μεγάλες προόδους.
Tην ίδια εποχή, η βασίλισσα αποφάσισε, με την ευκαιρία των γενεθλίων της (κανείς δεν ξέρει ποιών), να διοργανώσει μια γιορτή στο παλάτι. Θέλησε όμως η βασίλισσα, νά' ναι τόσο πλούσια και πρωτότυπη αυτή η γιορτή και να σημειώσει τέτοια επιτυχία, ώστε να συζητηθεί και έξω από τα σύνορα της χώρας και να μείνει στη μνήμη των ανθρώπων για πολλά-πολλά χρόνια μετά. Να λένε: Αχ! Τι γιορτή ήταν αυτή που είχε διοργανώσει τότε η βασίλισσα!......
Και μάλλον πρέπει να συγχωρήσει κανείς αυτή της τη ματαιοδοξία, γιατί στο κάτω-κάτω δεν ήταν παρά μια βασίλισσα. Άρχισε λοιπόν, βοηθούμενη από τους συμβούλους της, τις προετοιμασίες. Φρόντισε να διακοσμηθεί με απίστευτο πλούτο και χλιδή η τραπεζαρία και η μεγάλη σάλα του χορού. Φρόντισε τα φαγητά και τα ποτά να
είναι τέτοια ώστε να ικανοποιήσουν τα πιο λεπτά γούστα. Φρόντισε με προσοχή την επιλογή των καλεσμένων. Φρόντισε ακόμα και για την παραμικρή λεπτομέρεια. Όταν ήρθε η ώρα να διαλέξει την ορχήστρα που θα έπαιζε για το χορό, αποφάσισε να στείλει ανθρώπους στη γύρω περιοχή, να βρουν ενδιαφερόμενες ορχήστρες οι οποίες θα έπρεπε να έρθουν στο παλάτι, να παίξουν μπροστά στη βασίλισσα και αυτή να διαλέξει εκείνη που θα της άρεσε περισσότερο.
Οι 7 νάνοι όταν έμαθαν το νέο σκέφτηκαν πως ήταν πλέον έτοιμοι να παίξουν μπροστά σε κοινό και ότι αυτή ήταν πολύ καλή ευκαιρία. Ετοιμάστηκαν λοιπόν, ανέβηκαν στην άμαξα τους (που ήταν υπερβολικά μικρή για να χωρέσει 7 κανονικούς ανθρώπους, χωρούσε όμως άνετα 7 κανονικούς νάνους και τα μουσικά τους όργανα επιπλέον), και πήγαν στο παλάτι. Η βασίλισσα τους ξεχώρισε αμέσως ανάμεσα στις υπόλοιπες ορχήστρες και αναλογίστηκε πόσο πρωτότυπη και γουστόζικη θα φάνταζε μια ορχήστρα με μέλη 7 νάνους. Όταν δε έπαιξαν μπροστά της με άψογο τρόπο τέσσερα-πέντε κλασσικά κομμάτια (τα οποία είχαν προβάρει εξαντλητικά), τους προσέλαβε χωρίς
δεύτερη συζήτηση.
Ο καιρός πέρασε και έτσι έφθασε κάποτε η μεγάλη μέρα - ή σωστότερα η μεγάλη νύχτα. Οι καλεσμένοι άρχισαν να έρχονται από νωρίς. Άρχοντες, ευγενείς, επίσημοι, όλη η καλή κοινωνία είχε έρθει να τιμήσει τη βασίλισσα. Όταν οι καλεσμένοι συγκεντρώθηκαν, οδηγήθηκαν στην τραπεζαρία όπου είχαν ένα - κατά γενική ομολογία -
υπέροχο δείπνο. Μετά όλοι πήγαν στην κατάφωτη σάλα του χορού. Έπιναν και κάπνιζαν και περίμεναν την ορχήστρα για να αρχίσει ο χορός. Η βασίλισσα ήταν πολύ ικανοποιημένη από την πορεία της γιορτής μέχρι στιγμής και περίμενε με αγωνία την αντίδραση του κόσμου στην έκπληξη που τους επιφύλασσε.
Κάποια στιγμή οι νάνοι, ντυμένοι με ομοιόμορφα κοστούμια, μπήκαν στη σάλα κουβαλώντας τα όργανα τους και πήγαν και στάθηκαν όρθιοι κοιτώντας προς τους καλεσμένους, πάνω στην ειδική εξέδρα.
Ο κόσμος δεν κατάλαβε αρχικά ότι αυτή μπροστά ήταν η ορχήστρα, σε λίγο όμως όλοι χαμογέλασαν και χειροκρότησαν θερμά. Πράγματι, ήταν μια ευχάριστη και ευπρόσδεκτη έκπληξη. Ο μεγαλύτερος σε ηλικία νάνος, που οι υπόλοιποι τον σέβονταν και τον είχαν σαν αρχηγό, είχε αναλάβει το ρόλο του μαέστρου. Έκανε μια διακριτική χειρονομία στο κοινό να σωπάσει, ύστερα γύρισε στην ορχήστρα και φώναξε (μάλλον δυνατότερα απ' ότι θα 'πρεπε): Και ένα, και δύο, και ένα και δύο και τρία και πάμε!
Ω! Θεοί! Τι ήταν αυτό που ακούστηκε! Τι εκκωφαντική κακοφωνία, τι πρωτόγονος - άγριος - βάρβαρος ήχος! Τι συνοθύλευμα από μανιασμένα σφυρίγματα τρομπέτας, χτυπήματα τυμπάνων, στριγγλίσματα χορδών! Κυριολεκτικά ένας ρυθμικός θόρυβος, εντελώς πρωτάκουστος.
Οι άμοιροι καλεσμένοι που είχαν πάρει θέσεις για να χορέψουν ένα μινουέτο ή κάτι τέτοιο, είχαν μείνει καρφωμένοι στις θέσεις τους και με ανοιχτό το στόμα και διάπλατα τα μάτια (ενώ ορισμένοι βούλωναν τα αυτιά τους), κοιτούσαν αυτούς τους αλλόκοτους μουσικούς.
Πάνω στη σκηνή οι νάνοι οργίαζαν. Αυτός που ήταν πίσω από τα τύμπανα χτυπούσε με πρωτοφανή μανία και είχε αναψοκοκκινήσει από την προσπάθεια. Αυτοί που έπαιζαν πνευστά είχαν τόσο φουσκωμένα μάγουλα, εξαιτίας της δύναμης που φυσούσαν, ώστε έδειχναν εντελώς γελοίοι. Ο βιολιστής "έπαιζε" κάνοντας στροφές γύρω από τον εαυτό του. Και ο μαέστρος τους διεύθυνε (μα μπορεί κανείς να διευθύνει το χάος;) κουνώντας με νεύρο τα μικροσκοπικά του χέρια.
Η βασίλισσα παραλίγο να πάθει αποπληξία και, αφού άλλαξε κάμποσα χρώματα, κατόρθωσε να ψελλίσει στο διπλανό της (που ούτε πρόσεξε ποιος ήταν) : -Μα.....μα όταν τους δοκίμασα δεν έπαιζαν ΤΕΤΟΙΑ πράγματα! Και τότε - τι φρίκη - οι 7 νάνοι άρχισαν να τραγουδάνε!!! Όλοι μαζί και τρομερά δυνατά!
Και είπαν:
Το τραγούδι των 7 νάνων
(Όσα βρίσκονται σε παρενθέσεις είναι διάφορα σχόλια, τα υπόλοιπα είναι οι στίχοι του τραγουδιού.)
Όλη μέρα σκάβουμε (όλοι μαζί τραγουδώντας)
ντουπ! ντουπαπ- παπ! ντουπ! ντουπαπ-παπ!(ακούγεται μόνο ο ρυθμός από τα τύμπανα)
Τρύπες μέσα στο χώμα
(πάλι όλοι μαζί)
ντουπ! ντουπαπ-παπ! ντουπ! ντουπαπ-παπ!
(πάλι τα τύμπανα)
Και μας αρέσουνε πολύ τα πράσινα μανιτάρια
Πάρα πολύ μας αρέσουνε τα πράσινα μανιτάρια
Ω! Ναι! Πάραπάραπολύπολύπολύπάραπολύπάραπάρα
μας αρέσουνε τα πράααααααασινααα μανιτάρια
(και ενώ όλοι απορούσαν πώς σε μια τέτοια επίσημη γιορτή διάλεξε η βασίλισσα αυτή την παρανοϊκή ορχήστρα, ξεπετάχτηκε μες στη μέση της σάλας ο γελωτοποιός του παλατιού με τα αστεία του ρούχα και τα κουδουνάκια κι άρχισε ένα ξέφρενο χορό σύμφωνα με το ρυθμό της ορχήστρας, ενώ οι νάνοι συνέχιζαν:)
Δε μας αρέσουνε ούτε τα άσπρα, ούτε τα κίτρινα, ούτε τα καφέ
Μόνο τα πρά-πρά-πρά-πράσινα μανιτάρια
(εδώ ο φλαουτίστας έκανε ένα εξωφρενικό σόλο. Εν τω μεταξύ ο γελωτοποιός φαινόταν να διασκεδάζει τρομερά χορεύοντας αυτό τον ταχύτατο χορό, και τότε μερικοί από τους καλεσμένους που είτε είχαν πιει λίγο παραπάνω - είτε ήταν λιγότερο σεμνότυφοι, προχώρησαν κι αυτοί στη μέση της σάλας κι άρχισαν να χορεύουν προσπαθώντας να ταιριάξουν τις κινήσεις των ποδιών και του σώματός τους με το ΡΥΘΜΟ. Και οι νάνοι συνέχιζαν:)
Είναι σχεδόν απίστευτο το πόσο πολύ μας αρέσουνε
αυτά τα υπέροχα πράσινα μανιτάρια
(ήταν φανερό πως όλοι όσοι χόρευαν γλεντούσαν με την ψυχή τους και έτσι σιγά-σιγά όλο και πιο πολλοί επιχειρούσαν να χορέψουν αυτόν τον καινούριο χορό που αν μη τι άλλο ήταν διαβολεμένα κεφάτος)
Όσο δεν παίρνει μας αρέσουνε τα πράσινα
τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα
τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα.........
(τώρα πια όλοι σχεδόν χόρευαν μετά μανίας, φαίνονταν να έχουν εξοικειωθεί με τη μουσική και το χορό και να το απολαμβάνουν κιόλας)
........ τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα τα
πράσινα τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα.......
(ένας παροξυσμός κεφιού επικρατούσε στη μεγάλη σάλα, οι άντρες έβγαζαν τα πανωφόρια τους για να χορεύουν πιο άνετα και τα πέταγαν ψηλά, μερικές κυρίες είχαν βγάλει τα παπούτσια τους)
τα πράσινα! να! ΝΑ! ΝΑ!
Μανιτάρια! Ω! ΝΑΙ!
(εδώ σόλαρε ο κιθαρίστας ξαπλωμένος στο πάτωμα και κλωτσώντας με τα πόδια στον αέρα, στο μεταξύ το χαμόγελο ξαναγύρισε στα χείλη της βασίλισσας που έβλεπε τον κόσμο να ξεφαντώνει και να το γλεντάει)
Ούτε τα κόκκινα, όχι! όχι!
Ούτε τα άσπρα, ΟΧΙ!
Ούτε τα μπλε με τις μικρές άσπρες βούλες
Όχι! που να πάρει, ΟΧΙ!
Μόνο τα πράσινα μανιτάρια
(σόλο από το βιολιστή με τη μία χορδή που του είχε απομείνει τις άλλες τις είχε σπάσει. Από κάτω όλοι μουσκεμένοι στον ιδρώτα χόρευαν σαν τρελλοί. Κι ο ρυθμός της ορχήστρας άρχισε να γίνεται όλο και πιο γρήγορος - όλο και πιο γρήγορος και άρχισαν
να σολάρουν όλοι μαζί, εκτός από τον κιθαρίστα που έσπαγε την κιθάρα του σε μια καρέκλα και το μαέστρο που έκανε κάτι απίστευτους πήδους ψηλά, φωνάζοντας: ΝΑΝΟΣ! ΝΑΙ! ΝΑΝΟΣ! και προσγειωνόταν με το κεφάλι στο πάτωμα. Όλα έδειχναν ότι το τραγούδι είχε φθάσει στο φινάλε. Τότε ο νάνος που έπαιζε τα τύμπανα ξετρύπωσε
(ένας θεός ξέρει από που) μια μικρή ξύλινη σκάλα, ανέβηκε στην κορυφή της και από 'κει πήδηξε με ορμή σ' ένα από τα τύμπανα. Και με τον ήχο αυτό το κομμάτι τελείωσε απότομα.).
Τα μέλη της ορχήστρας στάθηκαν εκεί εξουθενωμένα και ο εξίσου εξουθενωμένος κόσμος ξέσπασε σε ακράτητες επευφημίες και χειροκροτήματα που κράτησαν πολλή ώρα. Ο μαέστρος είπε: "ευχαριστούμε-ευχαριστούμε πολύ!" και οι μουσικοί άρχισαν να συμμαζεύουν τα κακοποιημένα τους όργανα. Από κάτω, μερικοί ακόμα κουνιόντουσαν
ρυθμικά ενώ μερικοί άλλοι τραγουδούσαν: "πόσο μας αρέσουν τα πράσινα μανιτάρια". Και μετά η ορχήστρα των νάνων ξανάρχισε να παίζει με τον ίδιο τρόπο και ο κόσμος ξανάρχισε κατενθουσιασμένος το χορό. Συνέχισαν έτσι και όταν μετά από πολλή ώρα η ορχήστρα αποχώρησε, ο κόσμος με ρυθμικά χειροκροτήματα και φωνές τους κάλεσε
αναγκαστικά πίσω στη σκηνή, όπου είπαν δύο ακόμη τραγούδια κι αυτό επαναλήφθηκε τρεις φορές πριν φύγουν οριστικά εντελώς εξαντλημένοι. Κι εγώ που τα παρακολουθούσα όλα αυτά, σιωπηλός, από μια γωνία της μεγάλης σάλας, αποφάσισα όταν η ώρα πήγε τρεις μετά τα μεσάνυχτα, να φύγω και να αφήσω τους άλλους να συνεχίσουν να γλεντάνε. Και είχα μια ανεξήγητα καλή διάθεση σ' όλη τη διαδρομή από το παλάτι μέχρι το σπίτι μου.
Λένε, πως όταν οι νάνοι έκαναν πρόβες, τα ζώα του δάσους (ελάφια, νυφίτσες, σκίουροι, τα πουλιά, ακόμα κι οι κάμπιες), έφευγαν τρομαγμένα. Επίσης λένε μερικοί, που όμως μάλλον υπερβάλλουν και η φαντασία τους τρέχει, πως και τα δέντρα ακόμα και τα λουλούδια και η χλόη γύρω απ' το σπίτι, σταμάτησαν ν' αναπτύσσονται τόσο γρήγορα όσο πριν. Ήθελαν να πουν μ' όλα αυτά πως οι νάνοι ήταν στην αρχή πολύ κακοί μουσικοί. Οι ίδιοι πάντως που έλεγαν τα παραπάνω, παραδέχονταν μετά από μερικούς μήνες ότι η ορχήστρα των 7 νάνων είχε κάνει μεγάλες προόδους.
Tην ίδια εποχή, η βασίλισσα αποφάσισε, με την ευκαιρία των γενεθλίων της (κανείς δεν ξέρει ποιών), να διοργανώσει μια γιορτή στο παλάτι. Θέλησε όμως η βασίλισσα, νά' ναι τόσο πλούσια και πρωτότυπη αυτή η γιορτή και να σημειώσει τέτοια επιτυχία, ώστε να συζητηθεί και έξω από τα σύνορα της χώρας και να μείνει στη μνήμη των ανθρώπων για πολλά-πολλά χρόνια μετά. Να λένε: Αχ! Τι γιορτή ήταν αυτή που είχε διοργανώσει τότε η βασίλισσα!......
Και μάλλον πρέπει να συγχωρήσει κανείς αυτή της τη ματαιοδοξία, γιατί στο κάτω-κάτω δεν ήταν παρά μια βασίλισσα. Άρχισε λοιπόν, βοηθούμενη από τους συμβούλους της, τις προετοιμασίες. Φρόντισε να διακοσμηθεί με απίστευτο πλούτο και χλιδή η τραπεζαρία και η μεγάλη σάλα του χορού. Φρόντισε τα φαγητά και τα ποτά να
είναι τέτοια ώστε να ικανοποιήσουν τα πιο λεπτά γούστα. Φρόντισε με προσοχή την επιλογή των καλεσμένων. Φρόντισε ακόμα και για την παραμικρή λεπτομέρεια. Όταν ήρθε η ώρα να διαλέξει την ορχήστρα που θα έπαιζε για το χορό, αποφάσισε να στείλει ανθρώπους στη γύρω περιοχή, να βρουν ενδιαφερόμενες ορχήστρες οι οποίες θα έπρεπε να έρθουν στο παλάτι, να παίξουν μπροστά στη βασίλισσα και αυτή να διαλέξει εκείνη που θα της άρεσε περισσότερο.
Οι 7 νάνοι όταν έμαθαν το νέο σκέφτηκαν πως ήταν πλέον έτοιμοι να παίξουν μπροστά σε κοινό και ότι αυτή ήταν πολύ καλή ευκαιρία. Ετοιμάστηκαν λοιπόν, ανέβηκαν στην άμαξα τους (που ήταν υπερβολικά μικρή για να χωρέσει 7 κανονικούς ανθρώπους, χωρούσε όμως άνετα 7 κανονικούς νάνους και τα μουσικά τους όργανα επιπλέον), και πήγαν στο παλάτι. Η βασίλισσα τους ξεχώρισε αμέσως ανάμεσα στις υπόλοιπες ορχήστρες και αναλογίστηκε πόσο πρωτότυπη και γουστόζικη θα φάνταζε μια ορχήστρα με μέλη 7 νάνους. Όταν δε έπαιξαν μπροστά της με άψογο τρόπο τέσσερα-πέντε κλασσικά κομμάτια (τα οποία είχαν προβάρει εξαντλητικά), τους προσέλαβε χωρίς
δεύτερη συζήτηση.
Ο καιρός πέρασε και έτσι έφθασε κάποτε η μεγάλη μέρα - ή σωστότερα η μεγάλη νύχτα. Οι καλεσμένοι άρχισαν να έρχονται από νωρίς. Άρχοντες, ευγενείς, επίσημοι, όλη η καλή κοινωνία είχε έρθει να τιμήσει τη βασίλισσα. Όταν οι καλεσμένοι συγκεντρώθηκαν, οδηγήθηκαν στην τραπεζαρία όπου είχαν ένα - κατά γενική ομολογία -
υπέροχο δείπνο. Μετά όλοι πήγαν στην κατάφωτη σάλα του χορού. Έπιναν και κάπνιζαν και περίμεναν την ορχήστρα για να αρχίσει ο χορός. Η βασίλισσα ήταν πολύ ικανοποιημένη από την πορεία της γιορτής μέχρι στιγμής και περίμενε με αγωνία την αντίδραση του κόσμου στην έκπληξη που τους επιφύλασσε.
Κάποια στιγμή οι νάνοι, ντυμένοι με ομοιόμορφα κοστούμια, μπήκαν στη σάλα κουβαλώντας τα όργανα τους και πήγαν και στάθηκαν όρθιοι κοιτώντας προς τους καλεσμένους, πάνω στην ειδική εξέδρα.
Ο κόσμος δεν κατάλαβε αρχικά ότι αυτή μπροστά ήταν η ορχήστρα, σε λίγο όμως όλοι χαμογέλασαν και χειροκρότησαν θερμά. Πράγματι, ήταν μια ευχάριστη και ευπρόσδεκτη έκπληξη. Ο μεγαλύτερος σε ηλικία νάνος, που οι υπόλοιποι τον σέβονταν και τον είχαν σαν αρχηγό, είχε αναλάβει το ρόλο του μαέστρου. Έκανε μια διακριτική χειρονομία στο κοινό να σωπάσει, ύστερα γύρισε στην ορχήστρα και φώναξε (μάλλον δυνατότερα απ' ότι θα 'πρεπε): Και ένα, και δύο, και ένα και δύο και τρία και πάμε!
Ω! Θεοί! Τι ήταν αυτό που ακούστηκε! Τι εκκωφαντική κακοφωνία, τι πρωτόγονος - άγριος - βάρβαρος ήχος! Τι συνοθύλευμα από μανιασμένα σφυρίγματα τρομπέτας, χτυπήματα τυμπάνων, στριγγλίσματα χορδών! Κυριολεκτικά ένας ρυθμικός θόρυβος, εντελώς πρωτάκουστος.
Οι άμοιροι καλεσμένοι που είχαν πάρει θέσεις για να χορέψουν ένα μινουέτο ή κάτι τέτοιο, είχαν μείνει καρφωμένοι στις θέσεις τους και με ανοιχτό το στόμα και διάπλατα τα μάτια (ενώ ορισμένοι βούλωναν τα αυτιά τους), κοιτούσαν αυτούς τους αλλόκοτους μουσικούς.
Πάνω στη σκηνή οι νάνοι οργίαζαν. Αυτός που ήταν πίσω από τα τύμπανα χτυπούσε με πρωτοφανή μανία και είχε αναψοκοκκινήσει από την προσπάθεια. Αυτοί που έπαιζαν πνευστά είχαν τόσο φουσκωμένα μάγουλα, εξαιτίας της δύναμης που φυσούσαν, ώστε έδειχναν εντελώς γελοίοι. Ο βιολιστής "έπαιζε" κάνοντας στροφές γύρω από τον εαυτό του. Και ο μαέστρος τους διεύθυνε (μα μπορεί κανείς να διευθύνει το χάος;) κουνώντας με νεύρο τα μικροσκοπικά του χέρια.
Η βασίλισσα παραλίγο να πάθει αποπληξία και, αφού άλλαξε κάμποσα χρώματα, κατόρθωσε να ψελλίσει στο διπλανό της (που ούτε πρόσεξε ποιος ήταν) : -Μα.....μα όταν τους δοκίμασα δεν έπαιζαν ΤΕΤΟΙΑ πράγματα! Και τότε - τι φρίκη - οι 7 νάνοι άρχισαν να τραγουδάνε!!! Όλοι μαζί και τρομερά δυνατά!
Και είπαν:
Το τραγούδι των 7 νάνων
(Όσα βρίσκονται σε παρενθέσεις είναι διάφορα σχόλια, τα υπόλοιπα είναι οι στίχοι του τραγουδιού.)
Όλη μέρα σκάβουμε (όλοι μαζί τραγουδώντας)
ντουπ! ντουπαπ- παπ! ντουπ! ντουπαπ-παπ!(ακούγεται μόνο ο ρυθμός από τα τύμπανα)
Τρύπες μέσα στο χώμα
(πάλι όλοι μαζί)
ντουπ! ντουπαπ-παπ! ντουπ! ντουπαπ-παπ!
(πάλι τα τύμπανα)
Και μας αρέσουνε πολύ τα πράσινα μανιτάρια
Πάρα πολύ μας αρέσουνε τα πράσινα μανιτάρια
Ω! Ναι! Πάραπάραπολύπολύπολύπάραπολύπάραπάρα
μας αρέσουνε τα πράααααααασινααα μανιτάρια
(και ενώ όλοι απορούσαν πώς σε μια τέτοια επίσημη γιορτή διάλεξε η βασίλισσα αυτή την παρανοϊκή ορχήστρα, ξεπετάχτηκε μες στη μέση της σάλας ο γελωτοποιός του παλατιού με τα αστεία του ρούχα και τα κουδουνάκια κι άρχισε ένα ξέφρενο χορό σύμφωνα με το ρυθμό της ορχήστρας, ενώ οι νάνοι συνέχιζαν:)
Δε μας αρέσουνε ούτε τα άσπρα, ούτε τα κίτρινα, ούτε τα καφέ
Μόνο τα πρά-πρά-πρά-πράσινα μανιτάρια
(εδώ ο φλαουτίστας έκανε ένα εξωφρενικό σόλο. Εν τω μεταξύ ο γελωτοποιός φαινόταν να διασκεδάζει τρομερά χορεύοντας αυτό τον ταχύτατο χορό, και τότε μερικοί από τους καλεσμένους που είτε είχαν πιει λίγο παραπάνω - είτε ήταν λιγότερο σεμνότυφοι, προχώρησαν κι αυτοί στη μέση της σάλας κι άρχισαν να χορεύουν προσπαθώντας να ταιριάξουν τις κινήσεις των ποδιών και του σώματός τους με το ΡΥΘΜΟ. Και οι νάνοι συνέχιζαν:)
Είναι σχεδόν απίστευτο το πόσο πολύ μας αρέσουνε
αυτά τα υπέροχα πράσινα μανιτάρια
(ήταν φανερό πως όλοι όσοι χόρευαν γλεντούσαν με την ψυχή τους και έτσι σιγά-σιγά όλο και πιο πολλοί επιχειρούσαν να χορέψουν αυτόν τον καινούριο χορό που αν μη τι άλλο ήταν διαβολεμένα κεφάτος)
Όσο δεν παίρνει μας αρέσουνε τα πράσινα
τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα
τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα.........
(τώρα πια όλοι σχεδόν χόρευαν μετά μανίας, φαίνονταν να έχουν εξοικειωθεί με τη μουσική και το χορό και να το απολαμβάνουν κιόλας)
........ τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα τα
πράσινα τα πράσινα τα πράσινα τα πράσινα.......
(ένας παροξυσμός κεφιού επικρατούσε στη μεγάλη σάλα, οι άντρες έβγαζαν τα πανωφόρια τους για να χορεύουν πιο άνετα και τα πέταγαν ψηλά, μερικές κυρίες είχαν βγάλει τα παπούτσια τους)
τα πράσινα! να! ΝΑ! ΝΑ!
Μανιτάρια! Ω! ΝΑΙ!
(εδώ σόλαρε ο κιθαρίστας ξαπλωμένος στο πάτωμα και κλωτσώντας με τα πόδια στον αέρα, στο μεταξύ το χαμόγελο ξαναγύρισε στα χείλη της βασίλισσας που έβλεπε τον κόσμο να ξεφαντώνει και να το γλεντάει)
Ούτε τα κόκκινα, όχι! όχι!
Ούτε τα άσπρα, ΟΧΙ!
Ούτε τα μπλε με τις μικρές άσπρες βούλες
Όχι! που να πάρει, ΟΧΙ!
Μόνο τα πράσινα μανιτάρια
(σόλο από το βιολιστή με τη μία χορδή που του είχε απομείνει τις άλλες τις είχε σπάσει. Από κάτω όλοι μουσκεμένοι στον ιδρώτα χόρευαν σαν τρελλοί. Κι ο ρυθμός της ορχήστρας άρχισε να γίνεται όλο και πιο γρήγορος - όλο και πιο γρήγορος και άρχισαν
να σολάρουν όλοι μαζί, εκτός από τον κιθαρίστα που έσπαγε την κιθάρα του σε μια καρέκλα και το μαέστρο που έκανε κάτι απίστευτους πήδους ψηλά, φωνάζοντας: ΝΑΝΟΣ! ΝΑΙ! ΝΑΝΟΣ! και προσγειωνόταν με το κεφάλι στο πάτωμα. Όλα έδειχναν ότι το τραγούδι είχε φθάσει στο φινάλε. Τότε ο νάνος που έπαιζε τα τύμπανα ξετρύπωσε
(ένας θεός ξέρει από που) μια μικρή ξύλινη σκάλα, ανέβηκε στην κορυφή της και από 'κει πήδηξε με ορμή σ' ένα από τα τύμπανα. Και με τον ήχο αυτό το κομμάτι τελείωσε απότομα.).
Τα μέλη της ορχήστρας στάθηκαν εκεί εξουθενωμένα και ο εξίσου εξουθενωμένος κόσμος ξέσπασε σε ακράτητες επευφημίες και χειροκροτήματα που κράτησαν πολλή ώρα. Ο μαέστρος είπε: "ευχαριστούμε-ευχαριστούμε πολύ!" και οι μουσικοί άρχισαν να συμμαζεύουν τα κακοποιημένα τους όργανα. Από κάτω, μερικοί ακόμα κουνιόντουσαν
ρυθμικά ενώ μερικοί άλλοι τραγουδούσαν: "πόσο μας αρέσουν τα πράσινα μανιτάρια". Και μετά η ορχήστρα των νάνων ξανάρχισε να παίζει με τον ίδιο τρόπο και ο κόσμος ξανάρχισε κατενθουσιασμένος το χορό. Συνέχισαν έτσι και όταν μετά από πολλή ώρα η ορχήστρα αποχώρησε, ο κόσμος με ρυθμικά χειροκροτήματα και φωνές τους κάλεσε
αναγκαστικά πίσω στη σκηνή, όπου είπαν δύο ακόμη τραγούδια κι αυτό επαναλήφθηκε τρεις φορές πριν φύγουν οριστικά εντελώς εξαντλημένοι. Κι εγώ που τα παρακολουθούσα όλα αυτά, σιωπηλός, από μια γωνία της μεγάλης σάλας, αποφάσισα όταν η ώρα πήγε τρεις μετά τα μεσάνυχτα, να φύγω και να αφήσω τους άλλους να συνεχίσουν να γλεντάνε. Και είχα μια ανεξήγητα καλή διάθεση σ' όλη τη διαδρομή από το παλάτι μέχρι το σπίτι μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου