Το ίδιο (πάνω - κάτω)
πράμα το σκεφτόμουν προ καιρού
δύο - τριών
βδομάδων πάει να πει
κάθισα μάλιστα
τις σκέψεις μου αυτές και τις κατέγγραψα
και ιδίως με
τρόπο έμετρο πρακαλώ, σε στίχους...
είχα τότε
εκδράμει για εορταστικό τριήμερο
προς τον συνήθη εδώ
και χρόνια τόπο παραθερισμού
όπου και όπως
κάθε άλλη τη φορά
πολύ απήλαυσα
αυτό, το αγαπημένο μέρος
την ησυχία, τον
ύπνο τον καλό
τον πρωϊνό καφέ
(τον πρώτο και το δεύτερο)
στην όμορφη
βεράντα του σπιτιού με τη σπουδαία θέα
από τη μία το
πευκόφυτο βουνό
κι από την άλλη
τη γαλάζια θάλασσα
με τα νησιά και
τις βαρκούλες να σχίζουν τα νερά
διβάζοντας και
γράφοντας, καπνίζοντας την πίπα μου
ακούγοντας ωραία
μουσική
κι ακόμα επίσης
γευστικά γλυκίσματα
στην καφετέρια
του λιμανιού
χαζεύοντας τα
ψαροκάικα πλαγίως δεμένα
στην προκυμαία να
πωλούν το εμπόρευμα τους
στο ίδιο μέρος
ακριβώς πάλι πριν να βραδιάσει
με παγωμένο ζύθο
και φυστίκια αλμυρά
και κόσμος γύρω
πλήθος να περνά ή να κάθεται
κι ύστερα το
βραδάκι στη μικρή
την παραλιακή
ταβέρνα, ίδια πάντα
και πόσο νοστιμά
τα φαγητά
κι επίσης άλλες
δραστηριότητες που έκανα
ας πούμε βόλτες
μακρινές γύρω με το αυτοκίνητο
θαλάσσιο λουτρό
και δυο πεζοπορείες
η μια
συγκεκριμένα ήτανε η μετάβαση
από ένα ορεινό
χωριό έως το εξοχικό του εξωκκλήσιο
μέσα από μονοπάτι
που μάλιστα στα
περισσότερα σημεία του
ήταν ένα αιώνων,
παραδοσιακό, χτιστό το καλντερίμι
που μέχρι πριν
δεκαετίες χρησιμοποιούσανε οι χωριανοί
μαζί με τα
υποζύγια τους
πηγαινοερχόμενοι
στα κοντινά, μικρά τους χτήματα
βαδίζοντας εκεί
λοιπόν, σε μια στιγμή επαρατήρησα
μία μακρύτατη
γραμμή από μεγαλόσωμα μυρμήγκια του αγρού
που τό 'να πίσω
απ' τ' άλλο βάδιζαν προς (μάλλον) τη φωλιά τους
τα πιο πολλά και
κουβαλώντας κατιτίς
ένα σπυρί, ένα
κομμάτι στάχυ, κάποιο φλούδι
και αυτομάτως
απομάκρυνα τα πόδια μου δεξιά κ' αριστερά
κι έτσι συνέχισα
να περπατώ ισορροπώντας
πάνω στ΄ανώμαλο
το έδαφος και τις ασύμετρες τις πέτρες
ότι ψυχούλα
έχουνε κι αυτά, πλάσματα είναι του Θεού
λόγος να τα
τσαλαπατάς άκριτα δεν υπάρχει
τούτο αφού
ολοκλήρωσα λοιπόν το σύντομο μου το περπάτημα
πολύ ωραία
αισθανόμουνα γι αυτήν μου την ορθήν
μα εδώ που τα
λέμε κι αυτονόητη την πράξη
πάντως αφού καθώς
ήδη προείπαμε
κατέγγραψα τις
σκέψεις μου σ' ένα μικρό στιχούργημα
τις διακοπές μου
εσυνέχισα με ελαφριά καρδιά
εκείνη του
ανθρώπου που αιστάνεται
σωστό το που έχει
κάνει...
στην πόλη πια, με
το καλό, επιστρέφοντας
λίγο αφότου μπήκα
στο διαμέρισμα
με φρίκη
διαπίστωσα πως ότι
μυρμήγκια
εκατοντάδες
τύπου άλλου αυτά
'δω, ψιλούτσικα, μικρά
είχανε κάνει
επιδρομή
και είχαν
καταλάβει ένα μέρος της κουζίνας
γεμίζοντας το
μάρμαρο του πάγκου
περιδιαβαίνοντας
αναίσχυντα, περιφρονητικά
κάτω από το
στεγνωτήριο πιάτων
γύρω από το
μπουκάλι του υγρού απορρυπαντικού
απάνω στα
πλακάκια...
χωρίς σκέψη
καμμία και ούτε αναστολή -ετούτη τη φορά-
προχώρησα, άνευ
ενοχής, σε φόνο μαζικό και εξολόθρευση
κι ύστερα, δεν το
κρύβω, με χαρά
κοίταα την και
πάλι καθαρή μου την κουζίνα
φευ! όμως, δεν
κράτησε πολύ
δυο τρεις μονάχα
ώρες και μετά
πάλι η ίδια η
εικόνα
κι εκ νέου, εξ
αρχής, το φονικό ξεκίνησε
όμως και πάλι
ούτ' αυτό αποτέλεσμα δεν είχε...
δυο βδομάδες τώρα
γίνεται αυτή η δουλειά
κι έχω μετατραπεί
εγώ, ο ευαίσθητος ο άνθρωπος, που κάνει το σωστό
σ' έναν σφαγέα
αιμοσταγή, σ' αδίστακτο ένα θύτη
και εκατόμβες των
πλασμάτων (με ψυχούλες) του Θεού
σπρώχνονται από
μένα σωρηδόν κάθε φορά
με το μικρό
σκουπάκι πλαστικό
και χάνονται
ύστερα, μες στο σιφόνι, στους στροβίλους του νερού
στο νεροχύτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου