Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Μπόνγκας (λήμμα από την Κρουστοπήδεια)


Στην Ελλάδα, στο Βόρειο Αιγαίο και συγκεκριμένα Νοτιοανατολικοδυτικά (με βόρειο προσανατολισμό) της Λήμνου, βρίσκεται στο Καβείριο Πέλαγος ή αλλιώς Καβειραϊκή Θάλασσα (αγγλιστί Cabbirean Sea), που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της μυστικής  λατρείας των Καβείρων, η μικρή νήσος Γούβα που ονομάστηκε έτσι διότι έχει ένα βύθισμα στο κέντρο. Εκεί λοιπόν εφηύραν και από πολύ παλιά κατασκεύαζαν και χρησιμοποιούσαν τα Μπόνγκας, είδος κρουστού μουσικού οργάνου, αποτελούμενου από δύο μεσαίου μεγέθους ξύλινα τύμπανα, συνδεδεμένα μεταξύ τους, με το ένα να έχει μεγαλύτερη διάσταση από το άλλο. Το σχήμα τους είναι κυλινδρικό, στενεύει στην κάτω πλευρά όπου είναι ανοικτό και στενεύει επίση και στην πάνω πλευρά όπου υπάρχουν τα δέρματα, στερεωμένα στο σώμα του οργάνου με μεταλλικές στεφάνους, όπου υπάρχουν προσαρτημένοι κοχλίες που επιτρέπουν την τάνυση του δέρματος και συνεπώς τη μεταβολή του ακουστικού τόνου, το χόρδισμα δηλαδή.  Σ' αυτήν τη μικρή γωνιά της φτωχής Ελλάδος, πόσοι και πόσοι πέρασαν και την κατάκλεψαν, πειρατές, κουρσάροι, εθνικοί στρατοί κι ένα σωρό, κάθε λογής αρπακτικά. Άλλο παίρνανε τους θησαυρούς και τα κειμήλια που φυλάγονταν στα μοναστήρια ή τα αρχοντικά, άλλοι παίρναν τρόφιμα και πιοτά από τα κελλάρια, άλλοι ζώα ζωντανά, άλλοι κορίτσια και αγόρια για σκλάβους. Κάποια στιγμή, σε κάποιο πλήρωμα βρέθηκε φαίνεται και κάποιος -ή κάποιοι- μουσικόφιλοι και πήρανε μερικά μπόνγκας. Μήνες ολόκληρους μετά, αυτοί βρεθήκανε στην άλλη σχεδόν άκρη του κόσμου, όπου και αποφάσισαν να επικοίσουν ένα σχεδόν άγνωστο νησί, που εις ανάμνησιν της αγαπημένης τους Γούβας, το βγάλανε Κούβα και τη γύρω θάλασσα Καραϊβική. Άρχισαν να καλλιεργούν καπνό και να φτιάχνουν πούρα όπως και ζαχαροκάλαμα απ' τα οποία παρήγαγαν ένα δυνατό πιοτό. Επίσης ασχολήθηκαν εντατικά με τη μουσική και την οργανοποιία, βασιζόμενοι στους ρυθμούς της Γούβας και εξελίσσοντας τα μπόνγκας σε δύο νέες οικογένειες οργάνων, τα μπόνγκος και τα κόνγκας, μικρότερου και μεγαλύτερου μεγέθους αντιστοίχως. Με καπνό, οινόπνευμα, ρυθμό και μουσική, μια ομολογουμένως πάντα θετική διάθεση και κέφι και επίσης (να το πούμε και αυτό), πανέμορφες γυναίκες, μια χαρά τα βολεύανε στην Κούβα. Μέχρι που μπλέξαν την πολιτική στη μέση και πήγαν όλα κατά διαόλου. Το κρίμα της υπόθεσης ωστόσο είναι ότι όλοι σήμερα ξέρουνε τα μπόνγκος και τα κόνγκας και την Κούβα, και κανείς τα μπόνγκας και ούτε ένας την έρημη πια και ακατοίκητη την Γούβα, που στέκεται καταμεσής στο πέλαγος "... στου Καβείριου τα γαλανά νερά, δυο μίλια όξω απ' τη Λήμνο..." που λέει κι ο τραγουδοποιός της αλμύρας και της ναυτοσύνης, Γιαννίκος Καμβαδίας, στο τραγούδι του "Ο ύπνος του Σαλλαδίνου".   

Δεν υπάρχουν σχόλια: